Το 2023 έφερε στη Θεσσαλονίκη ειδήσεις για τη μελλοντική αναβάθμιση της εικόνας της δυτικής της εισόδου, η οποία -παρότι αποτελεί το πρώτο σημείο υποδοχής στην πόλη για τους εισερχόμενους από την εθνική οδό- δεν κερδίζει σήμερα τις εντυπώσεις.
Οι ιδιοκτήτες ακινήτων στην περιοχή δηλώνουν εσχάτως πιο αισιόδοξοι ως προς την προοπτική αξιοποίησης της περιουσίας τους, καθώς μια σειρά από πολυαναμενόμενα μεγάλα πρότζεκτ στην περιοχή εκκινούν: η διπλή επένδυση της «Dimand», για την οποία αναμένονται εξελίξεις εντός του 2024, η έκδοση της οικοδομικής άδειας για το Μουσείο Ολοκαυτώματος, που εκτιμάται ότι θα ολοκληρωθεί το 2026, τα μεγάλα ξενοδοχεία στη δυτική είσοδο και η μετακίνηση οργανισμών και μεγάλων εταιρειών (όπως η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών, η Cisco και προσεχώς η Παρευξείνια Τράπεζα) προς Δυσμάς τα τελευταία χρόνια, υπόσχονται ανανεωμένο «τέμπο» για την περιοχή. Κατά εκπροσώπους των μεσιτών, το επενδυτικό ενδιαφέρον για την αγορά ακινήτων της περιοχής έχει ήδη ενεργοποιηθεί προ πολλού. Ωστόσο, κατά άλλους ανθρώπους του κλάδου, η «όρεξη» για επενδύσεις δεν είναι προς το παρόν τόσο αυξημένη, όσο αρχικά αναμενόταν.
«Το επενδυτικό ενδιαφέρον για την περιοχή έχει ενεργοποιηθεί εδώ και καιρό, πάνω από έναν χρόνο τώρα, με πρώτο το οικιστικό κομμάτι. Έχουμε αγοραπωλησίες οικοπέδων και ανακαινίσεις κτηρίων και τα διαμερίσματα που θα προκύψουν από αυτές έχουν ήδη πωληθεί σε τιμές μάλιστα πολύ υψηλότερες από ό,τι στο παρελθόν. Η μέση τιμή για ένα καινούργιο σπίτι στη δυτική είσοδο είναι 2500 ευρώ/τετραγωνικό, ενώ υπάρχουν και ακίνητα που διατίθεται έναντι αρκετά υψηλότερου τιμήματος. Τα τελευταία τρία χρόνια υπολογίζεται πως κατασκευάστηκαν ή ανακαινίστηκαν κτήρια που φιλοξενούν περίπου 300 διαμερίσματα και βρίσκονται υπό σχεδιασμό άλλα τόσα τουλάχιστον. Άλλωστε οι δύο επενδύσεις της Dimand (σ.σ. στο ΦΙΞ και το βιοκλιματικό κτήριο γραφείων “Hub 26”), θα φέρουν πολλούς εργαζόμενους στην περιοχή, οι οποίοι κάπου θα πρέπει να μείνουν» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Συλλόγου Μεσιτών Αστικών Συμβάσεων Περιφέρειας Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, Κωνσταντίνος Τζάρος.
Προσθέτει ότι γενικά το έδαφος για την αγορά ακινήτων στη δυτική είσοδο της πόλης είναι πιο πρόσφορο, καθώς -πέρα από το αναβαθμισμένο γόητρο που της προσδίδουν οι νέες επενδύσεις- η περιοχή έχει από μόνη της κάποια χαρακτηριστικά που μπορούν να ενεργοποιήσουν τα «αντανακλαστικά» των επενδυτών, σε μια περίοδο ιδίως που οι διαθέσιμοι γραφειακοί χώροι στο κέντρο της πόλης και μέχρι τη Δωδεκανήσου έχουν εξανεμιστεί, ωθώντας τις επιχειρήσεις προς τα δυτικά: «Υπάρχουν παλιά βιοτεχνικά κτήρια, παρατημένα, τα οποία θα μπορούσαν να ανακαινιστούν και να αξιοποιηθούν. Υπάρχουν ακόμα διαθέσιμα οικόπεδα, παρότι πολλά από τα μικρά και συμμαζεμένα έχουν δοθεί την τελευταία τριετία. Η περιοχή δεν είναι κέντρο, αλλά είναι τελείως δίπλα στο κέντρο. Οι δρόμοι είναι πιο φαρδείς, οι υφιστάμενες οικοδομές πιο καινούργιες, χτισμένες -πολλές από αυτές- το 2008, το 2009 και το 2010, ενώ υπάρχει ευκολία πρόσβασης στην εθνική οδό, στο κέντρο της πόλης, στη βιομηχανική περιοχή της Σίνδου και στο Καλοχώρι» παρατηρεί ο κ. Τζάρος.